Παιδαγωγικό Ινστιτούτο

Ιστορική αναδρομή

Η ανάγκη για την επιμόρφωση των εν υπηρεσία εκπαιδευτικών αναγνωρίζεται από τις κυπριακές εκπαιδευτικές αρχές, πριν ακόμα από την επίσημη εγκαθίδρυση της Κυπριακής Ανεξαρτησίας. Έτσι, κατά τη μεταβατική περίοδο, και πιο συγκεκριμένα το θέρος του 1959, το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, το οποίο έχει την ευθύνη της Παιδείας για την ελληνοκυπριακή κοινότητα, πραγματοποιεί σειρά διαλέξεων. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην εκπόνηση αναθεωρημένων Αναλυτικών και Ωρολογίων Προγραμμάτων και στο γλωσσικό ζήτημα.

Μια από τις πλέον αξιομνημόνευτες επιμορφωτικές δράσεις, που πραγματώνονται πριν από την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος, αποτελεί το Επιμορφωτικό Πρόγραμμα που διοργανώνεται για το σύνολο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, στο οποίο μετέχουν οι εξ Ελλάδος παιδαγωγοί Ι. Θεοδωρακόπουλος, Κ. Σπετσιέρης και Ευ. Παπανούτσος.

Στην πρώτη μεταανεξαρτησιακή περίοδο (1960-1965) την ευθύνη της ελληνικής παιδείας, και, κατ’ επέκταση, το ζήτημα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών αναλαμβάνει η Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση Κύπρου (Ε.Κ.Σ.Κ.). Η επιμόρφωση συνεχίζει να εξαντλείται στο πλαίσιο επιμορφωτικών δράσεων από τους επιθεωρητές των σχολείων ή ξένους εμπειρογνώμονες, με εκπαιδευτικά συνέδρια, και μετεκπαιδεύσεις μικρού αριθμού εκπαιδευτικών στο εξωτερικό, γεγονός που προφανώς δεν καλύπτει την ανάγκη ύπαρξης ενός θεσμοθετημένου πλαισίου επιμόρφωσης. Το ζήτημα αυτό τίθεται σε νέες βάσεις, μετά από την ίδρυση του Υπουργείου Παιδείας, το 1965.

Ο Κωνσταντίνος Σπυριδάκις, πρώτος Υπουργός Παιδείας, κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στη 15η Διεθνή Συνδιάσκεψη της UNESCO, θα αναφερθεί στην ανάγκη για ποιοτική εκπαίδευση, την οποία θα συνδέσει με την ανάγκη «ανανέωσης» του διδακτικού προσωπικού και την επιμόρφωση του υφιστάμενου μέσα από τη συγκρότηση ενός Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Ενδοϋπηρεσιακής Επιμόρφωσης. Η ανάγκη για την καθιέρωση ενός μόνιμου κέντρου για την περαιτέρω κατάρτιση των αποφοίτων της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου περιλαμβάνεται ήδη στο Β΄ Πενταετές Σχέδιο Ανάπτυξης της Κυπριακής Δημοκρατίας, γεγονός που φανερώνει την υφιστάμενη ανησυχία, αλλά και τους σχεδιασμούς της Κυβέρνησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για το συγκεκριμένο θέμα.

Ο Φ. Πετρίδης, ο οποίος τον διαδέχεται Κ. Σπυριδάκι στο Υπουργείο Παιδείας, επισημαίνει επίσης, ως «βασικόν πρόβλημα της εκπαιδεύσεως το θέμα της ανανεώσεως των εκπαιδευτικών και της συνεχούς ενημερώσεως αυτών επί των νεωτέρων εξελίξεων της εκπαιδεύσεως». Αναφέρεται στην ανάγκη για την ύπαρξη μελέτης για την ίδρυση «Παιδαγωγικού Κέντρου διά την μετεκπαίδευσιν του διδακτικού προσωπικού των σχολείων».

Την εκπόνηση της σχετικής μελέτης ως προς «τα αναγκαία μέσα και πόρους για την καθιέρωση ενός αποτελεσματικού ενδοϋπηρεσιακού συστήματος για τους εκπαιδευτικούς σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες» θα αναλάβει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Manchester, E.G.Wedell, εμπειρογνώμων της UNESCO. Η Έκθεση Wedell θα υποβληθεί στις κυπριακές Εκπαιδευτικές Αρχές τον Απρίλιο του 1971, όπου αναλύονται οι προτάσεις του για την υλοποίηση της πρόθεσης της Κυβέρνησης για την ίδρυση Επιμορφωτικού Κέντρου των Ελληνοκυπρίων εκπαιδευτικών.

Ένα χρόνο αργότερα, το 1972, το Υπουργικό Συμβούλιο θα αποφασίσει την υιοθέτηση της Έκθεσης Wedell και την «κατ’ αρχήν ίδρυσιν Παιδαγωγικού Ινστιτούτου εν Κύπρω προς τον σκοπόν επιμορφώσεως διδασκάλων και καθηγητών» και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου θα εγκριθεί στη Μικτή Επιτροπή Προσωπικού Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΜΕΠΕΥ) «το σχέδιον λειτουργίας και διαρθρώσεως του Επιμορφωτικού Ινστιτούτου».

Στη θέση του πρώτου Διευθυντή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου τοποθετείται από τον Δεκέμβριο του 1972 ο Ιωάννης Γ. Κουτσάκος, Γενικός Επιθεωρητής Μέσης Εκπαίδευσης. Το 1973 το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο υφίσταται και επίσημα ως θεσμός, παρά το γεγονός ότι στο προσωπικό του Ινστιτούτου καταγράφονται μόνο δύο πρόσωπα, ο Γ. Κουτσάκος και ο Ανδρέας Μαλέκος, ο οποίος τοποθετείται ως υπεύθυνος εποπτικών μέσων.

Κτηριακές εγκαταστάσεις

Στον πρώτο χρόνο λειτουργίας του (1973) το προσωπικό του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου εξυπηρετείται από δύο μόνο άτομα, τα οποία ασχολούνται με θέματα αρχικού προγραμματισμού και καθορισμού των στόχων του Ινστιτούτου. Είναι συνεπώς αναμενόμενο ότι στη συγκεκριμένη περίοδο δεν υπάρχουν αυξημένες ανάγκες για ειδικούς χώρους και, ίσως, για αυτόν τον λόγο δεν έχει εντοπιστεί κάποια ιδιαίτερη αναφορά στο ζήτημα της «στέγασης».

Στην αμέσως επόμενη χρονική περίοδο διατυπώνεται η ανάγκη για την ύπαρξη ειδικών χώρων για το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Λαμβάνεται, έτσι, η σχετική απόφαση και το 1979 το Παιδαγωγικού Ινστιτούτου αποκτά δύο κτηριακά συγκροτήματα, τα οποία βρίσκονται στον χώρο που στεγάζεται η Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου.

Μετά το 1984, έτος κατά το οποίο αναπτύσσεται έντονη επιμορφωτική δραστηριότητα, στους χώρους του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου μεταστεγάζεται η Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας. Το γεγονός αυτό, όπως επισημαίνει ο Διευθυντής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Δρ Παναγιώτης Περσιάνης, δημιουργεί επιπρόσθετες ανάγκες σε επίπεδο αιθουσών.

Στη δεκαετία του 1990 επισυμβαίνουν σημαντικές μεταβολές στον χώρο της Παιδείας, τόσο σε επίπεδο προσεγγίσεων όσο και σε επίπεδο μεθόδων και μέσων που χρησιμοποιούνται. Η μεγαλύτερη επανάσταση προκύπτει με την ένταξη των νέων τεχνολογιών και ειδικότερα των Η/Υ στην Εκπαίδευση, γεγονός που δημιουργεί την ανάγκη για νέες υποδομές και για το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Την ίδια περίοδο κορυφώνεται η επιμορφωτική δραστηριότητα με την ανάπτυξη του Προγράμματος Δ/ΠΤΥΧ, το οποίο στοχεύει στην αναβάθμιση του Πτυχίου της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου (Π.Α.Κ.) και απευθύνεται στο σύνολο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

Έτσι, τον Νοέμβριο του 1996 ένα πάγιο αίτημα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου θα ικανοποιηθεί, καθώς υλοποιείται η απόφαση για τη μεταφορά του σε νέο οίκημα στα Λατσιά. Στον ίδιο χώρο με το Παιδαγωγικού Ινστιτούτου συστεγάζεται και το Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Ένα χρόνο αργότερα το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού θα ικανοποιήσει την αρχική στόχευση του Π.Ι., η οποία είχε διατυπωθεί το 1973, για τη δημιουργία Παραρτήματός του στη Λεμεσό, στο παλαιό κτήριο της Γ΄ Αστικής Σχολής. Το 2010 έγινε μεταστέγαση του Παραρτήματος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Λεμεσού σε νέο κτήριο, το οποίο διαθέτει υποδομή για διοικητική και τεχνολογική στήριξη, αίθουσες διδασκαλίας και συνεδριάσεων, βιβλιοθήκη και κυλικείο.

Σήμερα, στο κεντρικό κτήριο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου στεγάζονται οι βασικές υπηρεσίες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Γραφείο Διεύθυνσης, Τομέας Επιμόρφωσης, Τομέας Τεχνολογίας και Τομέας Τεκμηρίωσης, Βιβλιοθήκη, Εργαστήρια Η/Υ, Υποστηρικτικά Εργαστήρια και Αίθουσες Διδασκαλίας). Στο ίδιο κτηριακό συγκρότημα στεγάζεται το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης, η Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων (από το 2002). Διατίθενται ακόμα, χώρος στέγασης για τους λειτουργούς των Αναλυτικών Προγραμμάτων, του Διαδικτυακού Σχολείου (ΔΙΑ.Σ.) και, από τον Ιούλιο του 2013, της Μονάδας Διαχείρισης Έργων Ευρωπαϊκών Ταμείων του Υ.Π.Π. (Ε.Κ.Τ.). Στον χώρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου υπάρχουν αίθουσες συνεδριάσεων, στούντιο ηχογραφήσεων, σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα και καφετέρια.

Επιμορφωτικές Δράσεις

Οι πρώτες επιμορφωτικές δράσεις του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου θα πραγματοποιηθούν, σύμφωνα με το Μητρώο «Ξένοι Εμπειρογνώμονες», στην περίοδο 1973-1974, κατά την οποία υπάρχει συνεργασία με τον Καθηγητή Ballantyne του Πανεπιστημίου της Β. Καρολίνας. Το Σεμινάριο, που απευθύνεται σε δασκάλους και επιθεωρητές της Δημοτικής Εκπαίδευσης, αναφέρεται στο θέμα: «Μέτρηση και Αξιολόγηση στην Εκπαίδευση».

Στο τέλος της σχολικής χρονιάς 1974-1975, θα πραγματοποιηθεί μια σειρά μαθημάτων για αδιόριστους καθηγητές, μια σειρά μαθημάτων διδασκαλίας των Αγγλικών στο Δημοτικό Σχολείο και ένα τριήμερο επιμόρφωσης για Διευθυντές.

Στην περίοδο που ακολουθεί παρατηρείται μια ραγδαία αύξηση των προσφερόμενων σεμιναρίων, τόσο σε αριθμό όσο και σε θεματικές. Είναι αξιοσημείωτο ότι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο αποτελεί και τον μοναδικό φορέα επιμόρφωσης, ο οποίος πραγματοποιεί σεμινάρια, τόσο για την κάθε βαθμίδα ξεχωριστά όσο και διατμηματικά, φέρνοντας έτσι σε στενότερη επαφή τους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Η εμπλοκή ξένων εμπειρογνωμόνων αποτελεί βασική συνιστώσα, κατά τον σχεδιασμό των επιμορφωτικών προγραμμάτων του Ινστιτούτου. Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφερθεί ότι από το 1985 καταγράφεται μια προσπάθεια για τη δημιουργία μιας αμφίδρομης σχέσης με επιμορφωτικούς φορείς του εξωτερικού, με τη συμμετοχή καθηγητών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου σε επιμορφωτικές δράσεις εκτός Κύπρου. Η επιμορφωτική δράση με την κωδική ονομασία Δ/ΠΤΥΧ, η οποία είχε ως χρονική αφετηρία το 1988, αφορούσε την επιμόρφωση του συνόλου των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και είχε ως στόχο την αναβάθμιση του Πτυχίου της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου. Εξίσου σημαντική υπήρξε η επιμορφωτική δράση με την κωδική ονομασία ΕΠ/Α που άρχισε κατά το ακαδημαϊκό έτος 1986-1987, καθώς και το Πρόγραμμα Προϋπηρεσιακής Κατάρτισης που άρχισε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο στα 1997. Οι δύο τελευταίες απευθύνονταν στους εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Το ΠΙ για μια πιο στοχευμένη στήριξη έχει αναπτύξει εργαλεία διάγνωσης των επιμορφωτικών αναγκών των εκπαιδευτικών. Λαμβάνοντας τις ανάγκες αυτές υπόψη - αλλά και με βάση τις προτεραιότητες και τις εμφάσεις του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού - σχεδιάζει και υλοποιεί τις επιμορφωτικές και υποστηρικτικές του δράσεις. Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο παρέχει ενδοϋπηρεσιακή, κυρίως, επιμόρφωση στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, με διάφορα υποχρεωτικά προγράμματα και προαιρετικά σεμινάρια, καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Προσφέρει επαναλαμβανόμενες σειρές μαθημάτων, όπως επιμορφώσεις σε διευθυντικά στελέχη, σε νεοεισερχόμενους εκπαιδευτικούς και μέντορες, αλλά και έκτακτα σεμινάρια, τα οποία καλύπτουν ανάγκες που προκύπτουν στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς ή εκτάκτως κατά τη διάρκειά της. Τα τελευταία χρόνια, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, σχεδιάζει και υλοποιεί ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα επιμόρφωσης για την εισαγωγή και εφαρμογή των Αναλυτικών Προγραμμάτων, τόσο για τα στελέχη του Υπουργείου όσο και για το σύνολο των εκπαιδευτικών. Επιπλέον, το Ινστιτούτο προσφέρει επιμόρφωση σε θέματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης/Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη, στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, μέσα από επιμορφωτικά προγράμματα κεντρικά και αποκεντρωμένα και μέσω του δικτύου Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

Διευρύνοντας τους επιμορφωτικούς του ορίζοντες, πέρα από τα όρια της εκπαιδευτικής κοινότητας της Κύπρου, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο έχει ανοίξει ένα παράθυρο επικοινωνίας με τον Ελληνισμό της διασποράς. Στην προσπάθειά του να ενισχύσει ομογενείς εκπαιδευτικούς στο έργο τους και με απώτερο στόχο τη διάδοση και διάσωση της ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού, προσφέρει για πολλά χρόνια τώρα (από το 1999) επαναλαμβανόμενο επιμορφωτικό πρόγραμμα μακράς διαρκείας με αποδέκτες εκπαιδευτικούς ή δυνάμει εκπαιδευτικούς από χώρες του Ευξείνου Πόντου. Τα τελευταία χρόνια εμπλέκεται στην οργάνωση της επιμόρφωσης για ομογενείς εκπαιδευτικούς που προέρχονται από τις Η.Π.Α.

Eρευνητικά Προγράμματα

Η Έρευνα και η Αξιολόγηση αποτέλεσε και αποτελεί βασικό πυλώνα της δραστηριότητας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του Ινστιτούτου, υπήρξαν σαφείς περιορισμοί ως προς την έκταση του ερευνητικού του έργου, οι οποίοι βασίζονταν σε εσωτερικούς κυρίως παράγοντες: περιορισμένο προσωπικό και περισσότερη έμφαση στις επιμορφωτικές δράσεις.

Η έρευνα στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο υπηρετήθηκε στοχευμένα από την αρχή της ιδρύσεώς του μέσα από συνεργασίες με άλλους φορείς, κυρίως δε αναπτύχθηκε και πλαισιώθηκε μέσα από τις δράσεις του Τομέα Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης, ο οποίος κάλυψε σχεδόν εξολοκλήρου τις ανάγκες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού σε θέματα αξιολόγησης δράσεων πολιτικής, διενεργώντας ερευνητικά προγράμματα, μικρής ή μεγάλης κλίμακας, συνήθως αξιολογικού χαρακτήρα.

Ανάμεσα στο πολυσχιδές ερευνητικό του έργο είναι σημαντικό να αναφερθούν δράσεις που υλοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια όπως, η Έρευνα για τον Αλφαβητισμό σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κύπρου, η αξιολόγηση Προγραμμάτων, η Ένταξη των παιδιών με ειδικές ανάγκες στην Εκπαίδευση, το Πρόγραμμα Πρόληψης της Παραβατικότητας, ο θεσμός του Αθλητικού και Μουσικού Λυκείου, το Πρόγραμμα Επιμόρφωσης Ομογενών Εκπαιδευτικών από τις χώρες του Εύξεινου Πόντου, ο θεσμός της Ζώνης Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (Ζ.Ε.Π.), ο θεσμός των αιθουσών Γλωσσών στο Ενιαίο Λύκειο, ο θεσμός του Αθλητικού Απογεύματος στη Μέση Εκπαίδευση, τα Προγράμματα Επιμόρφωσης Στελεχών Εκπαίδευσης, τα Προαιρετικά Σεμινάρια του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, το Παρεμβατικό Πρόγραμμα Κοινωνικής και Συναισθηματικής Αγωγής σε δίκτυο δέκα σχολείων κ.ά.).

Μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η πορεία που διαγράφεται για το Eκπαιδευτικό μας Σύστημα προϋποθέτει την τήρηση συγκεκριμένων ερευνητικών διαδικασιών συλλογής και μελέτης δεδομένων, καθώς και τη συμμετοχή και ενεργό δράση σε ευρωπαϊκά Ερευνητικά Προγράμματα στην Εκπαίδευση. Για τον λόγον αυτό, δημιουργήθηκε το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (Κ.Ε.Ε.Α.) τον Αύγουστο του 2008 με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Στα πεδία της έρευνας Κ.Ε.Ε.Α. περιλαμβάνεται η διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας σε θέματα Εκπαίδευσης, όπως είναι τα Αναλυτικά Προγράμματα, η εκπαιδευτική πολιτική και η επαγγελματική κατάρτιση, η συνεχής επιστημονική αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Συστήματος και η αξιολόγηση της εισαγωγής καινοτομιών στην Εκπαίδευση.

Το Κ.Ε.Ε.Α. δίνει τη δυνατότητα στην Κύπρο για συμμετοχή σε μεγάλες διεθνείς έρευνες, όπως η Διεθνής Έρευνα Ικανοτήτων Ενηλίκων (Programme for the International Assessment of Adult Competencies/PIAAC), η Διεθνής Έρευνα για την Αξιολόγηση των Μαθητών (Programme for International Student Assessment/PISA), η Διεθνής Έρευνα για τη Διδασκαλία και τη Μάθηση (Teaching and Learning International Survey/TALIS) και η Διεθνής Έρευνα για τις Τάσεις στη Μελέτη των Μαθηματικών και των Φυσικών Επιστημών (Trends in International Mathematics and Science Studies/ΤΙΜSS). Επίσης, το Κέντρο διεξάγει σε παγκύπρια βάση την εξελισσόμενη έρευνα τα τελευταία έξι χρόνια με θέμα «Οι Διαστάσεις του Λειτουργικού Αλφαβητισμού ανάμεσα στον μαθητικό πληθυσμό της Γ΄ και Στ΄ Δημοτικού», με σκοπό τον εντοπισμό μαθητών/τριών με αυξημένες πιθανότητες λειτουργικού αλφαβητισμού.

Σημαντική είναι και συμμετοχή του Κ.Ε.Ε.Α. σε προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ενισχύουν την ερευνητική δράση. Δίνεται, έτσι, η δυνατότητα για την εμπλοκή και των σχολείων στη διεξαγωγή έρευνας σε επίπεδο σχολικής μονάδας, σε θέματα ενδιαφέροντος και εκπαιδευτικών αναγκών. Έγινε, επίσης, κατορθωτή η δημιουργία τράπεζας δεδομένων, βάσει των οποίων επιτυγχάνεται η ενημέρωση τόσο του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού όσο και των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με έγκυρα και αξιόπιστα δεδομένα για το Εκπαιδευτικό Σύστημα της Κύπρου.

Συνεργασίες

Η ανάπτυξη της πολυσχιδούς δράσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου είχε ως βασική της αφετηρία τις πολυεπίπεδες συνεργασίες που το ίδιο το Ινστιτούτο ανέπτυξε καθόλη τη σαραντάχρονη πορεία του. Στον πρώτο ουσιαστικό χρόνο λειτουργίας του, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο θα συνεργαστεί με τον Εκπαιδευτικό Οργανισμό Fulbright και μέσα από αυτή τη σύμπραξη θα ξεκινήσει την πρώτη του επιμορφωτική δραστηριότητα, με το Πανεπιστήμιο της Β. Καρολίνας των Η.Π.Α. (1973-1974). Η συνεργασία αυτή θα συνεχιστεί στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με τον Διευθυντή του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου της Μασσαχουσέτης. Ο πρώτος εκπαιδευτικός δεσμός με το Βρετανικό Συμβούλιο (British Council) εντοπίζεται τον Απρίλιο του 1976 με τον ερχομό του καθηγητή John Walter Morris και με το Ινστιτούτο Goethe τον Σεπτέμβριο του 1977. Η συνεργασία με το Βρετανικό Συμβούλιο συνεχίζεται γόνιμα μέχρι και σήμερα.

Η πρώτη καταγεγραμμένη επίσημη συνεργασία με ελλαδικό πανεπιστήμιο σημειώνεται τον Μάϊο του 1984 και πρόκειται για τη συνεργασία με τον Καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ανδρέα Μιχαηλίδη Νουάρο.

Όπως προκύπτει από μια πρώτη αρχειακή έρευνα, η σχέση με Πανεπιστήμια ή εκπαιδευτικούς φορείς από χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Η.Π.Α., η Γερμανία και η Ελλάδα, δεν υπήρξε μονόδρομη. Σε κάποιες περιπτώσεις καταγράφεται η προσπάθεια όπως καθηγητές του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου συμμετέχουν και οι ίδιοι σε επιμορφωτικές δράσεις που προγραμματίζουν εκπαιδευτικά ιδρύματα ή εκπαιδευτικές αρχές. Στην περίπτωση της Ελλάδας σημαντική ώθηση στη συνεργασία ανάμεσα στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και εκπαιδευτικούς φορείς της Ελλάδας έδωσε η υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας ανάμεσα στα Υπουργεία Παιδείας Ελλάδας και Κύπρου στη δεκαετία του 1990. Στο πλαίσιο του πιο πάνω Μνημονίου, σφραγίστηκε με επιτυχία και η συνεργασία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με την Εκπαιδευτική Ραδιοτηλεόραση.

Σημαντική υπήρξε, επίσης, η συνεργασία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με τη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η σύμπραξη του Π.Ι. με το Κέντρο Έρευνας και Εφαρμογών Σχολικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών υπήρξε καταλυτική στη διοργάνωση Παρεμβατικών Προγραμμάτων Κοινωνικής και Συναισθηματικής Αγωγής στη σχολική μονάδα, καθώς και στην ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών σχετικά με τις σχέσεις ενηλίκων και εφήβων.

Σε επίπεδο εσωτερικών συνεργασιών, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια συνεργασίες με τμήματα και υπηρεσίες άλλων υπουργείων όπως με το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης για θέματα ισότητας των φύλων, με το Υπουργείο Εργασίας για θέματα ίσης αμοιβής, με το Υπουργείο Υγείας για θέματα προώθησης της υγείας στους μαθητές. Επίσης, διαχρονικά αναπτύχθηκαν εκπαιδευτικοί δεσμοί με όλα τα Πανεπιστήμια (δημόσια και ιδιωτικά).

Ο Τομέας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου σε συνεργασία με τη Microsoft Κύπρου, στο πλαίσιο του Προγράμματος «Συνεργάτες στη Μάθηση (Partners in Learning)», έχει εγκαινιάσει τον Διαγωνισμό «Πρωτοπόρων Εκπαιδευτικών», ο οποίος στόχο έχει την επιβράβευση της προσπάθειας των εκπαιδευτικών στον τρόπο αξιοποίησης των Τεχνολογιών Πληροφοριών και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.).

Ευρωπαϊκά Προγράμματα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση φιλοδοξεί, μέσα από τα διάφορα προγράμματα που ανακοινώνει, να προετοιμάσει τους πολίτες από όλα τα κράτη - μέλη για τον ρόλο του σύγχρονου Ευρωπαίου πολίτη. Η ευρωπαϊκή διάσταση στην εκπαίδευση πραγματώνεται με την προώθηση της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και την αναγνώριση των κοινών αξιών, την κινητικότητα των νέων ανθρώπων, παράλληλα, όμως, διασφαλίζει τα εθνικά και περιφερειακά χαρακτηριστικά. Η Κύπρος, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμμετέχει ενεργά στην υλοποίηση των στόχων που τίθενται από τη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Μια από τις δράσεις που καθορίζουν τη σημαντική αυτή σχέση σε επίπεδο εκπαίδευσης στην Κύπρο είναι και η συμμετοχή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου σε Ευρωπαϊκά Προγράμματα.

Το προσωπικό του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου έχει τη δυνατότητα να εξοικειώνεται με ευρωπαϊκά θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής, να ανταλλάσσει εμπειρίες και εμπειρογνωμοσύνη σε ό, τι αφορά προτεραιότητες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο και να εμπλέκεται σε δράσεις που απαιτούν τη συνεργασία των μαθητών και των εκπαιδευτικών σε εκπαιδευτικά δίκτυα, με στόχο τη δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη συμμετοχή που έχουν οι λειτουργοί του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στο πρόγραμμα ERASMUS από το 1997.

Μεγάλα και σημαντικά ευρωπαϊκά έργα έχουν διεκπεραιωθεί επιτυχώς, κατά τα τελευταία χρόνια, όπως τα πιλοτικά έργα: «Intercultural Educational Dialogues: What unites us, what separates us!» και «MustLearnIT: Using ICT for special subject distance learning in Multigrade Schools», το έργο CITER – Creation of a European History Textbook Repository και «Preparing Teachers to Teach with ICT – Design Practice κ.ά. Στο πλαίσιο, επίσης, συμμετοχής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Insafe (CyberEthics), εφάρμοστηκε το Πρόγραμμα SimSafety – «Flight Simulator for Internet Safety».

Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου σε μια προσπάθεια να ενθαρρύνει, να ενισχύσει και να στηρίξει τους εκπαιδευτικούς στην αποτελεσματική χρήση των Τεχνολογιών Πληροφοριών και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.), είχε εμπλοκή στο Πρόγραμμα «Wide Minds: the Human Face of Digital Learning» (2008 – 2011), καθώς και στο Ευρωπαϊκό Έργο PREATY (Proposing modern e-assessment approaches and tools to young and experienced in-service teachers, 2012 - 2014).

Σημαντική θεωρείται και η συμμετοχή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Ερευνητικό Έργο «EUFolio (Europortfolio): a European Network of EPortfolio Experts and Practitioners» (Μάιος 2013 – Απρίλιος 2015).

Τονίζεται, επίσης, η συμμετοχή της ομάδας Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης/Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη (ΠΕ/ΕΑΑ), η οποία συντονίζει δράσεις ΠΕ/ΕΑΑ σε διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα. Σημειώνεται, ενδεικτικά, η συμμετοχή στο Πρόγραμμα «Θάλασσες Πολιτισμού», το οποίο χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Διασυνοριακής συνεργασίας Κύπρου-Ελλάδας 2007-2013, καθώς και στο Πρόγραμμα CoDEs “Collaboration of Schools and Communities through Sustainable Development». Η χρηματοδότηση γίνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και εντάσσεται στο Πρόγραμμα Διά βίου Μάθησης. Το Π.Ι. αξιοποιεί πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συμμετοχή του σε προγράμματα και δράσεις με άλλους εταίρους, αλλά κυρίως για την υλοποίηση των επιμορφωτικών του προγραμμάτων.

Εκπαιδευτική Τεχνολογία

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις απαρχές του 1970 η χρήση της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδικασία αντιμετωπίστηκε ως μία ξεχωριστή επανάσταση στον στατικό χώρο της Παιδείας. Ήδη από το 1968 είχε ξεκινήσει ο θεσμός του εκπαιδευτικού ραδιοφώνου, ο οποίος είχε αγκαλιαστεί με ιδιαίτερη θέρμη και αγάπη από τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Συνεπώς, μία από τις πρώτες στοχεύσεις του Π.Ι. ήταν η ανάπτυξη προγραμμάτων που θα ικανοποιούσαν τόσο θέματα της καθημερινής σχολικής πρακτικής όσο και ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος. Την προσπάθεια αυτή ενισχύει η στέγαση της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας στον ίδιο χώρο με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (1985).

Ο Τομέας της Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας στηρίζει με τα μέσα που διαθέτει τα σχολεία που χρειάζονται τη βοήθειά του στην παραγωγή οπτικοακουστικού υλικού αλλά, ταυτόχρονα, λειτουργοί του Τομέα αξιοποιούνται για να διδάξουν τη χρήση των νέων τεχνολογικών μέσων στους φοιτητές της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, η οποία βρίσκεται στον ίδιο χώρο με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Στην πορεία του ιστορικού χρόνου και στα βήματα της επανάστασης των Τεχνολογιών Πληροφοριών και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.) ο Τομέας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας ανέλαβε εκ νέου πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς αποτέλεσε και συνεχίζει μέχρι σήμερα να αποτελεί τον ουσιαστικό φορέα της ένταξης των Τ.Π.Ε. στην εκπαιδευτική διαδικασία και της συνεχούς κατάρτισης των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, επεκτείνοντας τη δράση του με σεμινάρια όχι απλής εφαρμογής προγραμμάτων αλλά και ανάπτυξης λογισμικού από τους εκπαιδευτικούς.

Η επίτευξη των στόχων του Τομέα Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας επιτυγχάνεται με τον σχεδιασμό προγραμμάτων επαγγελματικής ανάπτυξης εκπαιδευτικών, με έμφαση στην αξιοποίηση εκπαιδευτικών - πυρήνων στη σχολική μονάδα, καθώς και με τη δημιουργία διαδικτυακών περιβαλλόντων μάθησης για φιλοξενία εκπαιδευτικού περιεχομένου. Επιπρόσθετα, επιδιώκεται ο καταρτισμός των εκπαιδευτικών στον μαθησιακό σχεδιασμό με δυνατότητες αναζήτησης, αποθήκευσης και ανάρτησης υλικού, συμμετοχής σε συζήτηση και ανατροφοδότησης (http://www.e-epimorfosi.ac.cy).

Πολύ σημαντική θεωρείται η δράση του Τομέα σε ερευνητικά και ευρωπαϊκά προγράμματα, καθώς και η συμμετοχή λειτουργών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου σε συνέδρια και ετήσιες ημερίδες παρουσιάσεων καλών πρακτικών από εκπαιδευτικούς, σε ετήσιους διαγωνισμούς για μαθησιακό σχεδιασμό από εκπαιδευτικούς και σύντομων βίντεο από μαθητές σε θέματα διαδικτύου.

Επιπρόσθετα, ο Τομέας εμπλέκεται στην παραγωγή εκπαιδευτικών ταινιών, οι οποίες φιλοξενούνται ψηφιοποιημένες στο διαδικτυακό χώρο του ΠΙ , καθώς και στην προώθηση θεμάτων ασφαλούς χρήσης του διαδικτύου, ως συντονιστής δράσεων του Υπουργείου και ως εταίρος του Εθνικού Κέντρου Ασφαλούς Χρήσης του Διαδικτύου (European Safer Internet Plus). Η παραγωγή υποστηρικτικού υλικού δεν έχει πάψει να αποτελεί βασική συνιστώσα της δράσης του Τομέα Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας από την απαρχή της σύστασής του. Σήμερα, σαράντα χρόνια μετά, και αξιοποιώντας τα σύγχρονα μέσα που έχει στη διάθεσή του, φιλοξενεί σε ψηφιακή μορφή στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου το σύνολο των παραγωγών του.

Eκδόσεις και παραγωγές

Στην εισηγητική έκθεση του Καθηγητή Wedell, τονίζεται η αναγκαιότητα για την ύπαρξη ενός Τομέα «Τεκμηρίωσης και Διάχυσης της Πληροφόρησης». Ο ρόλος του θα είναι καθοριστικός και θα αποτελέσει και την πιο ουσιαστική πηγή πληροφόρησης (resource center) για το ίδιο το Ινστιτούτο.

Οι πρώτες «εκδόσεις» του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (1975), αναφέρονται σε δύο έρευνες που σχετίζονται με το κυπριακό Εκπαιδευτικό Σύστημα. Η πρώτη φέρει τον τίτλο «Έρευνα για τους στόχους της Εκπαιδεύσεως» (1975), ενώ η δεύτερη έχει ως θέμα «Ζήλεια, φόβος, προσδοκίες και εναντίωση παιδιών στους γονείς στις Γ΄, Δ΄, Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού». Η πρώτη έκδοση παιδαγωγικής αποδελτίωσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου αναφέρεται στη διδακτική των Αγγλικών και κυκλοφορεί το 1977. Τον ίδιο χρόνο θα έχουμε και την πρώτη έκδοση η οποία αποτελεί αυτοτελή μελέτη του καθηγητή του Ινστιτούτου Κ. Παπαναστασίου με τίτλο: «Η Στατιστική εις την Εκπαίδευσιν». Η περιοδική έκδοση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με τίτλο «Παιδαγωγική Αποδελτίωση», θα κυκλοφορήσει για πρώτη φορά το 1978 και αποσκοπεί στο να προσφέρει στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων ενημέρωση για τις σημαντικότερες νέες ιδέες, τάσεις και εξελίξεις στην Εκπαίδευση.

Στην περίοδο 1975 μέχρι και το 2012, στο έργο του Τομέα Εκπαιδευτικής Τεκμηρίωσης καταγράφονται 170 εκδόσεις του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Η περίοδος 1980 - 1984 σημειώνεται ως η περίοδος με τις περισσότερες έντυπες εκδόσεις (συνολικά 36), ενώ η περίοδος 2010-2012 καταγράφεται ως η περίοδος με τις λιγότερες έντυπες εκδόσεις. Στην περίοδο μετά το 1994 σημειώνεται μείωση των έντυπων εκδοτικών παραγωγών, καθώς ξεκινά να κυριαρχεί η ηλεκτρονική ενημέρωση και κατ’ επέκταση οι ηλεκτρονικές εκδόσεις στο Διαδίκτυο. Το Δελτίο Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου αποτελεί μια ειδική έκδοση, η οποία περιλαμβάνει επιστημονικές μελέτες και άρθρα που σχετίζονται με θέματα που απασχολούν και προβληματίζουν τον εκπαιδευτικό κόσμο. Το 1ο τεύχος του Δελτίου εκδίδεται τον Οκτώβριο του 2002 και έκτοτε το Δελτίο συνεχίζει να εκδίδεται ανελλιπώς. Πρώτιστη σημασία δίνεται στον τομέα της παραγωγής οπτικοακουστικού υλικού. Οι πρώτες οπτικοακουστικές παραγωγές του Π.Ι. απευθύνονταν τόσο προς τη Δημοτική Εκπαίδευση, όσο και προς τη Μέση και Τεχνική Εκπαίδευση με θεματικές που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες των σχολικών μονάδων. Τα τελευταία χρόνια, οι εκπαιδευτικές παραγωγές περιλαμβάνουν αξιόλογα εκπαιδευτικά ντοκιμαντέρ και συμπαραγωγές με την Εκπαιδευτική Τηλεόραση της Ελλάδας. Οι παραγωγές του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου έχουν ψηφιοποιηθεί και φιλοξενούνται στη διαδικτυακή πύλη http://paragoges.pi.ac.cy Με την εξέλιξη των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.), το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο προωθεί διάφορα καινοτόμα προγράμματα για την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στη διαδικασία της μάθησης. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύσσεται επιμορφωτικό υποστηρικτικό περιεχόμενο και εργαλεία για διάφορα θέματα, το οποίο διατίθεται σε ψηφιακή μορφή και με ανοικτή πρόσβαση μέσω των διαδικτυακών πυλών του Π.Ι. (http://www.pi.ac.cy, http://www.e-epimorfosi.ac.cy).

Τέλος, σημαντική παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού πραγματοποιείται από την Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων (Υ.Α.Π.). Η ενοποιημένη Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων εντάχθηκε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο τον Ιούνιο του 2002. Η Υ.Α.Π. άρχισε τη λειτουργία της το 1979 με μεμονωμένες αποσπάσεις εκπαιδευτικών. Αρχικά λειτούργησε ως ανεξάρτητη υπηρεσία για κάθε Διεύθυνση Εκπαίδευσης. Το 1986 λειτούργησε για τη Μέση και την Τεχνική Εκπαίδευση και το 1993 για τη Δημοτική Εκπαίδευση. Η Υ.Α.Π. οργανώνει, συντονίζει και υλοποιεί τις διαδικασίες συγγραφής, έκδοσης και εκσυγχρονισμού των διδακτικών βιβλίων που χρησιμοποιούνται στα σχολεία της Κύπρου. Από την έναρξη της λειτουργίας της Υπηρεσίας Ανάπτυξης Προγραμμάτων μέχρι σήμερα καταγράφονται 795 εκδόσεις.